αναγνωρισμός

αναγνωρισμός

Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Смотреть что такое "αναγνωρισμός" в других словарях:

  • αναγνωρισμός — ο (Α ἀναγνωρισμός) [ἀναγνωρίζω] η αναγνώριση …   Dictionary of Greek

  • ἀναγνωρισμός — ἀναγνώρισις recognition masc nom sg ἀναγνωρισμός masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • αναγνωρισμός — ο η αναγνώριση (βλ. λ.) …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • αναγνωρίζω — (Α ἀναγνωρίζω) γνωρίζω εκ νέου κάποιον ή κάτι που μού ήταν γνωστό προηγουμένως, ξαναφέρνω στη μνήμη μου, θυμάμαι νεοελλ. 1. δέχομαι κάτι ως πραγματικό, ομολογώ, παραδέχομαι, αποδέχομαι, εκτιμώ 2. θεωρώ κάτι έγκυρο 3. (μτχ. παθ. πρκμ.)… …   Dictionary of Greek

  • ἀναγνωρισμοῦ — ἀναγνώρισις recognition masc gen sg ἀναγνωρισμός masc gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀναγνωρισμούς — ἀναγνώρισις recognition masc acc pl ἀναγνωρισμός masc acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀναγνωρισμῷ — ἀναγνώρισις recognition masc dat sg ἀναγνωρισμός masc dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀναγνωρισμόν — ἀναγνώρισις recognition masc acc sg ἀναγνωρισμός masc acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»